πολιάτας

From LSJ
Revision as of 11:06, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἑαυτὸν οὐδεὶς ὁμολογεῖ κακοῦργος ὤν → Nemo maleficus se fatetur maleficum → Von sich gibt keiner zu, dass er ein Schurke ist

Menander, Monostichoi, 158
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολιάτας Medium diacritics: πολιάτας Low diacritics: πολιάτας Capitals: ΠΟΛΙΑΤΑΣ
Transliteration A: poliátas Transliteration B: poliatas Transliteration C: poliatas Beta Code: polia/tas

English (LSJ)

[ᾱτ], α, ὁ, Aeol. and Dor. for πολιήτης, opp. ξένος, Alc.Supp.14.6, Id.Oxy.1233 Fr.22.3, Pi.I.1.51, Leg.Gort.10.35, lsyll. 21.

German (Pape)

[Seite 655] ὁ, dor. = πολιήτης, Pind. I. 1, 51, im Gegensatz von ξένος.

Russian (Dvoretsky)

πολιάτας: ου (ᾱτ) ὁ дор. Pind. = πολιήτης.

Greek (Liddell-Scott)

πολιάτας: ὁ, Δωρ. ἀντὶ τοῦ πολιήτης, ἀντίθετον τῷ ξεῖνος, Πινδ. Ι. 1. 74.

English (Slater)

πολιᾱτας citizen κέρδος ὕψιστον δέκεται πολιατᾶν καὶ ξένων γλώσσας ἄωτον (I. 1.51)

Greek Monolingual

ὁ, θηλ. πολιᾱτις, -άτιδος, Α
(αιολ. και δωρ. τ. του πολιήτης) βλ. πολίτης.

Greek Monotonic

πολιάτας: ὁ, Δωρ. αντί πολιήτης, αντίθ. προς ξεῖνος, σε Πίνδ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολιάτας -α, ὁ Aeol. en Dor. voor πολιήτης.