τετράβραχυς

From LSJ
Revision as of 11:22, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ἀναπηδῆσαι πρὸς τὸν πάππον → jumped up on his grandfather's knees, sprang up into his grandfather's lap

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετρᾰβρᾰχυς Medium diacritics: τετράβραχυς Low diacritics: τετράβραχυς Capitals: ΤΕΤΡΑΒΡΑΧΥΣ
Transliteration A: tetrábrachys Transliteration B: tetrabrachys Transliteration C: tetravrachys Beta Code: tetra/braxus

English (LSJ)

εος, ὁ, a metrical foot consisting of four short syllables, = προκελευσματικός, Sch.Ar.Av.238.

German (Pape)

[Seite 1096] εος, ὁ, ein aus vier kurzen Sylben bestehender Versfuß, gewöhnlich προκελευσματικός, Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

τετράβρᾰχυς: -εως, ὁ, μετρικὸς ποὺς συγκείμενος ἐκ τεσσάρων βραχειῶν συλλαβῶν, = προκελευσματικός, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 237.

Greek Monolingual

-άχεος, ὁ, ΜΑ
μετρικός πους που αποτελείται από τέσσερεις βραχείες συλλαβές, αλλ. προκελευσματικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + βραχύς.