Συροφοῖνιξ

From LSJ
Revision as of 11:23, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur

Menander, Monostichoi, 560
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σῠροφοῖνιξ Medium diacritics: Συροφοῖνιξ Low diacritics: Συροφοίνιξ Capitals: ΣΥΡΟΦΟΙΝΙΞ
Transliteration A: Syrophoînix Transliteration B: Syrophoinix Transliteration C: Syrofoiniks Beta Code: *surofoi=nic

English (LSJ)

ῑκος, ὁ, Syro-Phoenician, Luc.Deor.Conc.4, cf. Juv.8.159:—fem. Συροφοίνισσα, Ev.Marc.7.26.

Russian (Dvoretsky)

Σῠροφοῖνιξ: ῑκος ὁ сирофиникиец, т. е. житель Финикии Luc.

Greek (Liddell-Scott)

Σῠροφοῖνιξ: -ῑκος, ὁ, ὁ ἐκ Φοινίκης τῆς Συρίας, διότι ὑπῆρχον καὶ Φοίνικες τῆς Λιβύης, Λουκ. Θεῶν Ἐκκλησ. 4, πρβλ. Ἰουβεν. 8. 159· ― Σῠροφοίνισσα, Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ζϳ, 26.

Greek Monotonic

Σῠροφοῖνιξ: -ῑκος, ὁ, αυτός που κατάγεται από τη Φοινίκη της Συρίας, καθώς υπήρχαν και Φοίνικες της Λιβύης, σε Λουκ.· θηλ. Συροφοίνισσα, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

Σῠρο-φοῖνιξ, ῑκος,
a Syro-phoenician, Luc.: fem. Συροφοίνισσα, NTest.