λιθαγωγία
From LSJ
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws
Full diacritics: λῐθᾰγωγία | Medium diacritics: λιθαγωγία | Low diacritics: λιθαγωγία | Capitals: ΛΙΘΑΓΩΓΙΑ |
Transliteration A: lithagōgía | Transliteration B: lithagōgia | Transliteration C: lithagogia | Beta Code: liqagwgi/a |
ἡ, conveyance of stone, IG12.347.37, SIG241 B87 (Delph., iv B.C.).
η (Α λιθαγωγία) λιθαγωγός
νεοελλ.
η ιδιότητα την οποία έχουν μερικά φάρμακα να διευκολύνουν την κάθοδο και έξοδο λίθων από τον οργανισμό
αρχ.
η μεταφορά λίθων.