πλαγιόσκελος
From LSJ
μὴ ἐν πολλοῖς ὀλίγα λέγε, ἀλλ΄ ἐν ὀλίγοις πολλά → don't say little in many words, but much in a few words (Stobaeus quoting Pythagoras)
English (LSJ)
πλαγιόσκελον, expl. of Lat. Varus, Blaesus, Lyd.Mag.1.23.
Greek Monolingual
-ον, Μ
στραβοπόδης, στραβοκάνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάγιος + σκέλος.