ἀντήεις
From LSJ
τὸν καπνὸν φεύγων εἰς τὸ πῦρ ἐνέπεσεν → out of the frying pan into the fire, from the frying pan into the fire
English (LSJ)
Dor. ἀντάεις, ἀντάεσσα, ἀντάεν, (ἄντα) hostile, Pi.P.9.93.
Russian (Dvoretsky)
ἀντήεις: = дор. ἀντάεις.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντήεις: Δωρ. -άεις, εσσα, εν, (ἄντα) ἐχθρικός, ἀστῶν, εἴ τις ἀντάεις Πινδ. Π. 9. 165.
Greek Monolingual
ἀντήεις, -εσσα, -εν (Α) άντα
ενάντιος, εχθρικός.
Greek Monotonic
ἀντήεις: Δωρ. -άεις, -εσσα, -εν (ἄντα), εχθρικός, σε Πίνδ.