κροκόμηλον
From LSJ
Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch
English (LSJ)
τό, conserve of quince and saffron, Alex.Trall.Febr.7.
German (Pape)
[Seite 1512] τό, Quitte, Alex. Trall.
Greek (Liddell-Scott)
κροκόμηλον: τό, μῖγμα κυδωνίων ἑφθῶν μετὰ κρόκου, Ἀλέξ. Τραλλ. 12. 773.
Greek Monolingual
κροκόμηλον, τὸ (AM)
μίγμα από κυδώνια βρασμένα με κρόκο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρόκος + μῆλον (πρβλ. κιτρόμηλον, ροδόμηλον)].