εὐδιάφθαρτος

From LSJ
Revision as of 12:16, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Λόγοις ἀμείβου τὸν λόγοις πείθοντά σε → Verbis repone verba suasori tuo → Mit Worten gib dem Antwort, der mit Worten rät

Menander, Monostichoi, 311
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐδιάφθαρτος Medium diacritics: εὐδιάφθαρτος Low diacritics: ευδιάφθαρτος Capitals: ΕΥΔΙΑΦΘΑΡΤΟΣ
Transliteration A: eudiáphthartos Transliteration B: eudiaphthartos Transliteration C: evdiafthartos Beta Code: eu)dia/fqartos

English (LSJ)

εὐδιάφθαρτον, easily spoiled, Pl.Lg.845d.

German (Pape)

[Seite 1062] leicht zu verderben, leicht verderbend, ὕδωρ, Plat. Legg. VIII, 845 d.

Russian (Dvoretsky)

εὐδιάφθαρτος: Plat. = εὐδιάφθορος.

Greek (Liddell-Scott)

εὐδιάφθαρτος: -ον, = τῷ ἑπομ., Πλάτ. Νομ. 845D.

Greek Monolingual

εὐδιάφθαρτος, -ον (Α)
αυτός που καταστρέφεται, που αφανίζεται εύκολα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -διαφθαρτος (< διαφθείρω), πρβλ. αδιάφθαρτος, δυσδιάφθαρτος].