ἤκουσεν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀρσένων ἑταιρίαν εἶναι → he heard that there was also a fellowship of males in Rome (Severius, commentary on Romans 1:27)
Full diacritics: στρεψαῖος | Medium diacritics: στρεψαῖος | Low diacritics: στρεψαίος | Capitals: ΣΤΡΕΨΑΙΟΣ |
Transliteration A: strepsaîos | Transliteration B: strepsaios | Transliteration C: strepsaios | Beta Code: streyai=os |
= στροφαῖος, Ar.Fr.123 (perhaps a pr. n.).
στρεψαῖος: ὁ, ἴδε στροφαῖος.
-αία, -ον, Α
(το αρσ. ως προσωνυμία του Ερμού) ό στρεψαῖος
στροφαῖος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στρέψις + κατάλ. -αῖος (πρβλ. γραψαῖος)].