μελάνστερνος

From LSJ
Revision as of 12:18, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid

Menander, Monostichoi, 471
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελάνστερνος Medium diacritics: μελάνστερνος Low diacritics: μελάνστερνος Capitals: ΜΕΛΑΝΣΤΕΡΝΟΣ
Transliteration A: melánsternos Transliteration B: melansternos Transliteration C: melansternos Beta Code: mela/nsternos

English (LSJ)

μελάνστερνον, black-breasted, Jo.Gaz.2.126.

German (Pape)

[Seite 120] = μελανόστερνος, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μελάνστερνος: -ον, = μελανόστερνος, νεφέλης μελανστέρνοιο καλύπτρην Ἰω. Γάζης Ἔκφρασις Εἰκόν. Κόσμ. 2. 126.

Greek Monolingual

μελάνστερνος, -ον (Α)
αυτός που έχει μαύρο στέρνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + στέρνον (πρβλ. ευρύστερνος)].