κατακέντημα

From LSJ
Revision as of 12:29, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ζήσεις βίον κράτιστον, ἢν θυμοῦ κρατῇς → Vives bene, si sis vacuus iracundia → Am besten lebst du, wenn du deinen Zorn beherrschst

Menander, Monostichoi, 186
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατακέντημα Medium diacritics: κατακέντημα Low diacritics: κατακέντημα Capitals: ΚΑΤΑΚΕΝΤΗΜΑ
Transliteration A: katakéntēma Transliteration B: katakentēma Transliteration C: katakentima Beta Code: katake/nthma

English (LSJ)

-ατος, τό, puncture, Pl.Ti. 76b.

German (Pape)

[Seite 1352] τό, das Durchstochene, Loch, Plat. Tim. 76 b.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατακέντημα -ατος, τό [κατακεντέω] gat.

Russian (Dvoretsky)

κατακέντημα: ατος τό прокол(ы), отверстия Plat.

Greek (Liddell-Scott)

κατακέντημα: τό, στῖξις, στῖγμα, σημεῖον, ἡ ὀπὴ ἡ σχηματισθεῖσα ἐκ τοῦ κεντήματος, Πλάτ. Τίμ. 76Β.

Greek Monolingual

κατακέντημα, τὸ (Α) κατακεντώ
η τρύπα που σχηματίζεται από το κέντημα.