esclavización
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
Spanish > Greek
ἀνδραποδισμός, δουλαγωγία, δούλωσις, ἐξανδραπόδισις, ἐξανδραποδισμός, καταδουλισμός, καταδούλωσις, ὑποζυγή