ὀνῖτις
From LSJ
τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless
English (LSJ)
ιδος, ἡ, pot marjoram, Origanum onites, Nic.Al.56, Dsc.3.28, Gal.12.91.
German (Pape)
[Seite 347] ιδος, ἡ, eine Art Origanon, Nic. Al. 56.
Greek (Liddell-Scott)
ὀνῖτις: -ιδος, ἡ, ὀρίγανον, Νικ. Ἀλεξιφ. 56· παρὰ Διοσκορ. 3. 33, ὀνῆτις.