κρείσσων ἐναρχόμενος βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία ἀγαθή (Proverbs 13.12 LXX) → One who sincerely sets about helping is better than one who makes promises leading to hope; for a kindly urge is a tree of life.
η / σμηκτρίς, -ίδος, ἡ, ΝΑ
(ενν. γη) νεοελλ. άλλη ονομασία του σμηκτίτη
2. είδος χώματος ή πηλού που χρησίμευε για καθαρισμό ενδυμάτων, σαπουνόχωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σμήχω + επίθημα -τρίς (πρβλ. ψηκτρίς)].