ἱππωνέω
From LSJ
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
English (LSJ)
(ὠνέομαι) buy horses, X.Eq.Mag.1.14,Eq.11.13.
German (Pape)
[Seite 1262] Pferde kaufen, Xen. Hipp. 1, 14.
French (Bailly abrégé)
ἱππωνῶ :
acheter des chevaux.
Étymologie: ἵππος, ὠνέομαι.
Russian (Dvoretsky)
ἱππωνέω: покупать лошадей Xen.
Greek (Liddell-Scott)
ἱππωνέω: (ὠνέομαι) ὠνοῦμαι, ἀγοράζω ἵππους, Ξεν. Ἱππαρχ. 1, 14, Ἱππ. 11, 13.
Greek Monotonic
ἱππωνέω: (ὠνέομαι), αγοράζω άλογα, σε Ξεν.
Middle Liddell
ἱππ-ωνέω, ὠνέομαι
to buy horses, Xen.