Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αδράλα

From LSJ
Revision as of 14:37, 21 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>συνήθως στον πληθ.</b>" to "<b>συνήθως στον πληθ.</b>")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22

Greek Monolingual

η
συνήθως στον πληθ. οι αδράλες
μικρές και σκληρές πέτρες διασπαρμένες στους αγρούς.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Αβέβαιης ετυμολ., πιθ. από το ουσιαστικοποιημένο επίθετο αδρός, μέσω του μεταβατικού τύπου αδράλι.
ΣΥΝΘ. αδραλότοπος].