ἀδοκήτως
From LSJ
Βίου δικαίου γίγνεται τέλος καλόν → Vitae colentis aequa, pulcher exitus → Ein Leben, das gerecht verläuft, das endet schön
French (Bailly abrégé)
adv.
à l'improviste.
Étymologie: ἀδόκητος.
Russian (Dvoretsky)
ἀδοκήτως: неожиданно (εὐτυχῆσαι Thuc.).