συνδιαφέρω
διαμεμαστιγωμένην καὶ οὐλῶν μεστὴν ὑπὸ ἐπιορκιῶν καὶ ἀδικίας → striped all over with the scourge, and a mass of wounds, the work of perjuries and injustice
English (LSJ)
A bear along with one, ἄνεμος σ. τὴν ναῦν Luc.Hist.Conscr.45. II bear to the end along with, help in maintaining, οἱ Μιλήσιοι τοῖσι Χίοισι τὸν . . πόλεμον συνδιήνεικαν Hdt.1.18, cf. 5.79,99; ξυνδιήνεγκαν μεθ' ἡμῶν ἐσβολάς τε καὶ μάχας Ar.Eq.597 (troch.); σ. πάθος Plu.Brut.13, cf. Jul.Or.8.241c:—Med., τὰ τοῦ πολέμου Ph.1.323.
German (Pape)
[Seite 1008] (s. φέρω), mit od. zugleich durch- od. darübertragen, od. bis zu Ende ertragen, aushalten; πολλὰ γὰρ δὴ πράγματα ξυνδιήνεγκαν μεθ' ἡμῶν, εἰσβολάς τε καὶ μάχας, Ar. Equ. 594; dah. συνδιαφέρειν τινὶ τὸν πόλεμον, den Krieg bis zu Ende ertragen helfen, Her. 1, 18. 5, 79. 99; – mit austragen, verbreiten, ein Gerücht, Sp.