γεωδαισία
From LSJ
οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη → for by so doing we shall also celebrate therewith the noble birth of these heroes
English (LSJ)
ἡ, (δαίω)
A land-dividing: mensuration, opp. the science of geometry, Arist.Metaph.997b26, Jul.Gal.178b, Procl.in Euc. p.25 F.
German (Pape)
[Seite 488] ἡ, Erd-, Landvertheilung, Arist. Metaph. 2, 2.
Greek (Liddell-Scott)
γεωδαισία: ἡ, (δαίω) ἡ διανομὴ τῆς γῆς, ἡ τέχνη τῆς καταμετρήσεως κατ᾿ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ἐπιστήμην τῆς γεωμετρίας, Ἀριστ. Μεταφ. 2. 2, 26· γεωδαίτης, ὁ, ὁ καταμετρῶν τὴν γῆν, μτγν.