ἀντικηδεύω
From LSJ
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
English (LSJ)
A mind, tend instead of another, τινός E.Ion734:—also ἀντικήδομαι, Poll.5.142.
German (Pape)
[Seite 253] dagegen besorgen, pflegen, Eur. Ion. 738 πατρός.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντικηδεύω: κηδεύω, περιποιοῦμαι, πρὸς ἀνταπόδοσιν κηδεύματος, περιποιήσεως, ὥσπερ καὶ σὺ πατέρ’ ἐμόν ποτε, ... ἀντικηδεύω Εὐρ. Ἴων 734: - ὡσαύτως ἀντικήδομαι, Πολυδ. Ε΄, 142.