προέλευσις

From LSJ
Revision as of 10:44, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_11)

Θυμῷ χαρίζου μηδέν, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Si mens est tibi, ne cedas iracundiae → Dem Zorn sei nicht zu Willen, bist du bei Verstand

Menander, Monostichoi, 245
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προέλευσις Medium diacritics: προέλευσις Low diacritics: προέλευσις Capitals: ΠΡΟΕΛΕΥΣΙΣ
Transliteration A: proéleusis Transliteration B: proeleusis Transliteration C: proelefsis Beta Code: proe/leusis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A issuing forth, Sm.Ex.21.7, al., Olymp.in Mete. 147.23; ἐκ τοῦ παλατίου Tz.H.6.491; progress, procession, π. θριαμβική Eust.1292.16.    2 f.l. for προαίρεσις in Luc.Prom.Es6.    3 παραμύθιον τῆς π. μου a reward for my trouble, PFlor.332.20 (ii A.D.).

German (Pape)

[Seite 719] ἡ, das Vorgehen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

προέλευσις: ἡ, τὸ προηγεῖσθαι, προχωρεῖν, Ἰουστῖν. Μ. 269D. II. πομπή, «ἐντεῦθεν παρὰ τοῖς ὕστερον ἡ πομπὴ καὶ τὸ πέμπειν ἐπὶ θριαμβικῆς προελεύσεως» Εὐστάθ. 1292. 16· «ὅθεν καὶ πομπὴ ὁ θρίαμβος, ὃν προέλευσιν ἡ κοινὴ γλῶσσα καλεῖ» παρὰ τῷ αὐτῷ 762, 7· ὁ Κόμμοδος ἠθέλησε προέλευσιν ποιῆσαι Τζέτζ. Ἱστ. 6, 492. 2) ἔξοδος, ἔφοδος, Λουκ. Προμ. εἶ ἐν λόγοις 6. ΙΙΙ. προαγωγή, προβιβασμός, Ἰω. Μόσχος 3084Β.