ἀνετεροίωτος
From LSJ
εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun
English (LSJ)
ον,
A unchangeable, Arist.Mu.392a32; unaltered, Phld. Po.994.3, S.E.M.8.455; undifferentiated, Dam.Pr.68, Procl.in Prm. p.926S.
German (Pape)
[Seite 226] unverändert, unveränderlich, Arist. mund. 2, 9.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνετεροίωτος: -ον, ἀναλλοίωτος, ἀμετάβλητος, τὸ γλυκὺ οὐκ ἂν γένοιτο πικρόν, ἀπαθὲς καὶ ἀνετεροίωτον ὑποκείμενον Ἀριστ. π. Κοσμ. 2. 9, Σέξτ. ἐμπ. π. Μ. 8. 455.