πρωτοκλισία
From LSJ
κακὸν φέρουσι καρπὸν οἱ κακοὶ φίλοι → evil friends bear evil fruit, wicked friends bear wicked fruit, bad friends bear bad fruit
English (LSJ)
ἡ,
A first seat at table, Ev.Matt.23.6, etc.; cf. πρωτοκαθεδρία.
German (Pape)
[Seite 805] ἡ, erstes Lager am Tische, Clem. Al.
Greek (Liddell-Scott)
πρωτοκλῐσία: ἡ, ἡ πρώτη τιμητικὴ θέσις ἐν δείπνῳ, Εὐαγγ. κ. Ματθ. κγ', 6, κτλ.· πρβλ. Β' Μακκ. Δ', 21 καὶ ἴδε πρωτοκαθεδρία.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
la place d’honneur dans un repas.
Étymologie: πρῶτος, κλίνη.