ὑπάρκτιος
From LSJ
ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας → it owned more than a thousand temple-slaves, courtesans
English (LSJ)
ον, (ἄρκτος)
A towards the north, Plu.Mar.11, Sert.17.
German (Pape)
[Seite 1183] gegen Norden liegend, Plut. Sert. 17.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπάρκτιος: -ον, πρὸς βορρᾶν, Πλουτ. Μάρ. 11, Σερτώρ. 17.