πενταετηρίς

From LSJ
Revision as of 19:44, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν, ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες → hope is for the living, while the dead despair

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντᾰετηρίς Medium diacritics: πενταετηρίς Low diacritics: πενταετηρίς Capitals: ΠΕΝΤΑΕΤΗΡΙΣ
Transliteration A: pentaetērís Transliteration B: pentaetēris Transliteration C: pentaetiris Beta Code: pentaethri/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,

   A = πεντετηρίς I, Lycurg.102, Arist.Pol.1308b1, Tab.Heracl.1.105, etc.; = Lat. lustrum, Plb.6.13.3; = quinquennalia, D.C.54.19.    II as Adj. coming every fourth year, π. ἑορτά Pi.O.10(11).57, N.11.27 ; alone in same sense, Id.O.3.21, PMich.Zen.46.8 (iii B. C.), etc.

German (Pape)

[Seite 556] ἡ, fem. zum Folgdn, ἑορτά, Pind. Ol. 9, 59 N. 11, 27; fünf Jahre, Zeitraum von fünf Jahren, Lustrum, Pol. 6, 13, 3, Plut. u. A. Vgl. πεντετηρίς.

Greek (Liddell-Scott)

πενταετηρίς: -ίδος, ἡ, (ἔτος) = πεντετηρίς. Λυκοῦργ. 161. 40, Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 8, 10, Συλλ. Ἐπιγρ. 82, 1603, 1749, κ. ἀλλ.· τὸ παρὰ Ρωμ. lustrum. Πολύβ. 6. 13, 3. ΙΙ. ὡς ἐπιθετ., ὁ κατὰ πᾶν πέμπτον ἔτος ἐπαναλαμβανόμενος, π. ἑορτὰ Πινδ. Ο. 10 (11). 70, Ν. 11. 35· ὡσαύτως καθ’ ἑαυτὸ ἐπὶ τῆς αὐτῆς σημασίας, ὁν αὐτ. ἐν Ο. 3. 38. ― Ἴδε Κόντου Παρατηρήσεις εἰς Ἀριστ. Ἀθην. Πολιτ. ἐν Ἀθηνᾶς τ. Δ΄, σ. 150.

French (Bailly abrégé)

ίδος
adj. f.
de cinq ans, qui revient tous les cinq ans, lustral ; ἡ πενταετηρίς, espace de cinq ans, lustre.
Étymologie: πενταετής.