ἱεροφάντης

From LSJ
Revision as of 19:47, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_3)

οὐκ ἔστιν ὧδε ἀλλὰ ἠγέρθη → He is not here, but is risen

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱεροφάντης Medium diacritics: ἱεροφάντης Low diacritics: ιεροφάντης Capitals: ΙΕΡΟΦΑΝΤΗΣ
Transliteration A: hierophántēs Transliteration B: hierophantēs Transliteration C: ierofantis Beta Code: i(erofa/nths

English (LSJ)

Ion. ἱρ-, ου, ὁ, (φαίνω)

   A hierophant, one who teaches rites of sacrifice and worship, ἱ. τῶν χθονίων θεῶν Hdt.7.153; of the initiating priest at Eleusis, IG12.76.24, al., Lys.6.1, Is.7.9, Plu.Alc.33; at Rome,= pontifex, D.H.2.73, 3.36; of the pontifex maximus, Plu.Num.9; of the Jewish High Priest, Ph.2.322; of Moses, Id.1.117; later, mystical expounder, ἱ. τῆς τετρακτύος Hierocl.in CA20p.466M.

German (Pape)

[Seite 1243] ὁ, den heiligen Opfer- u. Gottesdienst zeigend, lehrend; der in Mysterien einführt, bes. der Vorsteher der eleusinischen Geheimnisse; in ion. Form ἱροφάντης Her. 7, 153; Is. 7, 9; Paus. 4, 26, 2; Plut. Num. 9 nennt so den pontifex maximus der Römer; vgl. D. Hal. 2, 73.

Greek (Liddell-Scott)

ἱεροφάντης: Ἰων. ἱροφάντης ου, ὁ, (φαίνω) ὁ διδάσκων τὴν τάξιν τῶν θυσιῶν καὶ τῆς λατρείας, ὡς τὸ ἱερομνήμων, ἱρ. τῶν χθονίων θεῶν Ἡρόδ. 7. 153· ὁ τὰ Ἐλευσίνια μυστήρια μνῶ ἱερεύς, Συλλ. Ἐπιγρ. 123. 48, Λυσ. 103. 21, Ἰσαῖ. 64. 18, Πλουτ. Ἀλκιβ. 33· ἐν Ἀθήναις, θρησκευτικός τις ἄρχων, Συλλ. Ἐπιγρ. 188, 190-4, 197, κ. ἀλλ.· ἐν Ρώμῃ, ὁ Pontifex Maximus, Διον. Ἁλ. 2. 73., 3. 36· ὁ δὲ μέγιστος τῶν Ποντιφίκων, οἷον ἐξηγητοῦ καὶ προφήτου, μᾶλλον δὲ ἱεροφάντου τάξιν ἐπέχει Πλουτ. Νουμ. 9· κατὰ τοὺς χριστιανικοὺς χρόνους, ἱερεύς, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 1068. 13. - Καθ’ Ἡσύχ.: «ἱεροφάντης· μυσταγωγός, ἱερεὺς ὁ τὰ μυστήρια δεικνύων», πρβλ. Πολυδ. Α΄, 35.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
hiérophante, prêtre qui explique les mystères sacrés ; initiateur aux mystères ; à Rome le grand pontife.
Étymologie: ἱερός, φαίνω.