τῆνος
Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
English (LSJ)
τήνα, τῆνο, Dor. for Aeol. κῆνος, Ion. and Att. κεῖνος, ἐκεῖνος,
A he, she, it, IG4.7 (Aegina), Epich.35, Sophr.56, Erinn.in PSI9 p.xii, Tab.Heracl.1.136, Ages. ap. Plu.Ages.11, Theoc.1.4,5,11, etc.: sts. with a strongly demonstr. force, like ὅδε or ὁδί, Id.1.1,8, 23, etc. 2 the famous, Id.1.120,126, etc.; or the notorious, Id.5.1,15, etc. 3 in opposed clauses, τόκα μὲν ἐν τήνων... τόκα δὲ πὰρ τήνοις Epich.147, cf. Theoc.1.36.
Greek (Liddell-Scott)
τῆνος: τήνα, τῆνο, Δωρ. καὶ Αἰολ. ἀντὶ κῆνος, Ἰωνικ. καὶ Ἀττ. κεῖνος, ἐκεῖνος, η, ο, Ἐπίχ. 19, 95 Ahr., Θεόκρ. 1. 4, 5, 11, κλπ.· ἐνίοτε μετὰ ἰσχυρᾶς δεικτικῆς σημασίας, σχεδὸν ὡς τὸ ὅδε ἢ ὁδί, ὁ αὐτ. 1. 1, 8, 23, κλπ. 2) ὡς τὸ Λατ. ille, iste, ὁ γνωστὸς ἐκεῖνος, ὁ περιώνυμος, ὁ αὐτ. 1. 120, 126, κλπ.· ἢ ὁ διαβόητος, ὁ αὐτ. 5. 1, 15, κλπ. 3) ἐν προτάσεσιν ἀντιθετικῶς συνδεομέναις, τόκα μὲν ἐν τήνοις..., τόκα δὲ πὰρ τήνοις Ἐπίχ. 124 Ahr., πρβλ. Θεόκρ. 1. 36.
French (Bailly abrégé)
τήνα, τῆν;
dor. c. ἐκεῖνος ou ὅδε.
Étymologie: DELG dérive de l’article *το- et formation parallèle à (ἐ)κεῖνος.