ἀβρόταξις
From LSJ
τό γε μὴν ἀόργητον ἀνδρός ἐστι σοφοῦ → and to be able also to subdue anger is the part of a wise man
English
German (Pape)
[Seite 5] das Fehlen, VLL.
Greek (Liddell-Scott)
ἀβρόταξις: ἡ ἐν νυκτὶ ἀποπλάνησις καὶ ἡ ἀποτυχία τοῦ ζητουμένου ἐν ὁδῷ τινι, ἁμάρτημα, πρβλ. διαμφόδησις, ἴδ. Εὐστάθ. 789. 51, καὶ Ἡσύχ. ὅστις ἑρμηνεύει τὴν λέξ. = ἁμαρτία.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ error Hsch., Eust.789.52.