γλακτοφόρος
From LSJ
Κρίνει φίλους ὁ καιρός, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ → Aurum probatur igne, amicus tempore → Der Zeitpunkt sondert Freunde, wie das Feuer Gold
English (LSJ)
ον,
A milk-producing, prob. in Marc.Sid.100.
Spanish (DGE)
-ον
que da leche τιθῆναι Marc.Sid.100, cf. γαλακτοφόρος.