διακυλινδέω
From LSJ
Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σπορά → Procreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid
English (LSJ)
A to roll about, Arist.HA613b26.
German (Pape)
[Seite 585] auseinander wälzen, Arist. H. A. 9, 8.
Greek (Liddell-Scott)
διακῠλινδέω: κυλίω κατὰ διαφόρους διευθύνσεις, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 9.8, 5.
Spanish (DGE)
hacer rodar οἱ ἄρρενες τὰ ᾠά Arist.HA 613b26, μῆλον ... πρὸ τῶν τῆς θεραπαίνης ποδῶν Aristaenet.1.10.27.