αἰσχρόμητις

From LSJ
Revision as of 06:18, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (2)

Ψυχῆς γὰρ οὐδέν ἐστι τιμιώτερον → Nil reperiri carius vita potest → Kein Gut ist als das Leben wertvoller

Menander, Monostichoi, 552
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰσχρόμητις Medium diacritics: αἰσχρόμητις Low diacritics: αισχρόμητις Capitals: ΑΙΣΧΡΟΜΗΤΙΣ
Transliteration A: aischrómētis Transliteration B: aischromētis Transliteration C: aischromitis Beta Code: ai)sxro/mhtis

English (LSJ)

ιος, ὁ, ἡ,

   A fostering or forming base designs, A.Ag.222 (lyr.).

Greek (Liddell-Scott)

αἰσχρόμητις: -ιος, ὁ, ἡ, ἔχων ἢ σχηματίζων αἰσχρά, φαῦλα σχέδια, Αἰσχύλ. Ἀγ. 222.

French (Bailly abrégé)

ιος (ὁ, ἡ)
qui donne de honteux conseils.
Étymologie: αἰσχρός, μῆτις.

Spanish (DGE)

-ιος que medita cosas vergonzosas A.A.222.

Greek Monolingual

αἰσχρόμητις (-ιος), ο, η (Α)
αυτός που έχει στον νου του αισχρά πράγματα, που έχει φαύλα σχέδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αἰσχρὸς + μῆτις «γνώμη, σχέδιο, επιχείρηση»].