Θρᾴκη
ταράσσει τοὺς ἀνθρώπους οὐ τὰ πράγματα, ἀλλὰ τὰ περὶ τῶν πραγμάτων δόγματα → what disturbs people is not what happens, but their view of what happens | it is not the things themselves that disturb men, but their judgements about these things
English (LSJ)
ἡ, Thrace, Ar.Ach.136, Th.1.59, etc.: Ion. Θρηΐκη Hdt. 2.134,al.; Ep. and Trag. contr. Θρῄκη Il.13.301, A.Pers.509, etc.: —Θρῄκηθεν, from Thrace, Il.9.5,72: Θῄκηνδε, to Thrace, Od.8.361.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
Thrace, contrée d'Europe et d'Asie entre la Propontide et la mer Égée.
Russian (Dvoretsky)
Θρᾴκη: эп.-ион. Θρηΐκη и Θρῄκη ἡ Фракия (самая северная страна древней Эллады, к северу от Эгейского моря до границ Скифии) Hom., Hes. etc.
Greek (Liddell-Scott)
Θρᾴκη: ἡ, Ἀριστοφ., Θουκ., κλ.: Ἰων. Θρηΐκη, Ἡρόδ.· Ἐπικ. συνῃρ. Θρῄκη, Ἰλ. Ν. 301, κτλ., οὕτω καὶ παρὰ Τραγ., Αἰσχύλ. Πρ. 509, Εὐρ.· ἀλλὰ Θρᾴκη, ἐν Ἀριστοφ. Ἀχ. 136, κ. ἀλλ.: - Θρῄκηθεν, ἐκ Θρᾴκης, Ἰλ. Ι. 5, 72· - Θρῄκηνδε, εἰς Θρᾴκην, Ὀδ. Θ. 361.
Greek Monotonic
Θρᾴκη: ἡ, η Θράκη, σε Αριστοφ., Θουκ., κ.λπ.· Ιων. Θρηΐκη, σε Ηρόδ.· Επικ. συνηρ. Θρῄκη, σε Ομήρ. Ιλ., Τραγ.· Θρᾴκη, στον Αριστοφ.· Θρῄκηθεν, από τη Θράκη, σε Ομήρ. Ιλ.· Θρῄκηνδε, στη Θράκη, σε Ομήρ. Οδ.
Middle Liddell
Θρᾴκη, ἡ,
Thrace, Ar., Thuc., etc.: ionic Θρηΐκη, Hdt.; epic contr. Θρῄκη, Il., Trag.; Θρᾴκη in Ar.