Λατογενής

From LSJ

μὴ δὶς πρὸς τὸν αὐτὸν λίθον πταίειν → do not stumble twice on the same stone

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Λᾱτογενής Medium diacritics: Λατογενής Low diacritics: Λατογενής Capitals: ΛΑΤΟΓΕΝΗΣ
Transliteration A: Latogenḗs Transliteration B: Latogenēs Transliteration C: Latogenis Beta Code: *latogenh/s

English (LSJ)

Λατογενές, Dor. for Λητογενής.

French (Bailly abrégé)

dor. c. Λητογενής.

Greek (Liddell-Scott)

Λᾱτογενής: -ές, Δωρ. ἀντὶ Λητογενής.

Greek Monotonic

Λᾱτογενής: -ές, Δωρ. αντί Λητογενής.

Middle Liddell

Λᾱτο-γενής, ές [doric for Λητογενής.]