Πιττακός
From LSJ
Γυναικὶ δ' ἄρχειν οὐ δίδωσιν ἡ φύσις → Natura quippe feminae imperium negat → Der Frau jedoch versagt zu herrschen die Natur
Greek Monolingual
ο, ΝΜΑ
αρχ.
πολιτικός ηγέτης τών Μυτιληναίων, νομοθέτης και ένας από τους επτά σοφούς της ελληνικής παράδοσης, ο οποίος έπαιξε σπουδαιότατο ρόλο ως στρατιωτικός ηγέτης στον μακροχρόνιο πόλεμο τών συμπατριωτών του με τους Αθηναίους που πολεμούσαν για το Σίγειο και είχαν επικεφαλής τους τον ολυμπιονίκη Φρύνωνα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Άγνωστης ετυμολ. (βλ. λ. πιττάκιον)].
Russian (Dvoretsky)
Πιττᾰκός: ὁ Питтак
1 уроженец Митилены на Лесбосе, вождь митиленской народной партии, политический противник Алкея, один из «семи мудрецов», VII-VI вв. до н. э. Plat., Arst., Plut.;
2 царь эдонов Thuc.