αγκυροβόλημα

From LSJ

Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt

Menander, Monostichoi, 74

Greek Monolingual

το αγκυροβολώ
προσόρμιση, άραγμα του πλοίου με πόντιση της άγκυράς του.