αγκωνοδέτης

From LSJ

Χρὴ τῶν ἀγαθῶν διακναιομένων πενθεῖν ὅστις χρηστὸς ἀπ' ἀρχῆς νενόμισται → When a good man is hurt, all who would be called good must suffer with him

Euripides, Alcestis 109-11

Greek Monolingual

ο
ξύλινο ή μεταλλικό κομμάτι που ενισχύει εσωτερικά τον αγκώνα της άγκυρας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αγκώνας + δέτης.