αδιακρισία

From LSJ

οἷς πρόθεσίς ἐστιν ἀδικεῖν, παρ' αὐτοῖς οὐδὲ δικαία ἀπολογία ἰσχύει → not even a just excuse means anything to those bent on injustice | the tyrant will always find a pretext for his tyranny | any excuse will serve a tyrant

Source

Greek Monolingual

η (Α ἀδιακρισία) (Ν και αδιακρισιά) ἀδιάκριτος
νεοελλ.
έλλειψη διακριτικότητας, αγένεια, αναίδεια
αρχ.
έλλειψη διάκρισης, σύγχυση πραγμάτων.