αιμοποίηση

From LSJ

αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιautomatically do the noble go to the feasts of the noble

Source

Greek Monolingual

η
παραγωγή κυττάρων του αίματος από τα αιμοποιητικά όργανα, που είναι ο μυελός τών οστών, οι λεμφαδένες, η σπλήνα και ο δικτυοενδοθηλιακός ιστός.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < hemopoiesis, νεολατιν. επιστημον. όρος, ελληνογενής < αίμα + ποίησις (-η)].