ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
η (Α ἀκλισία) ἄκλιτοςέλλειψη κλίσης, απόκλισης προς το ένα ή προς το άλλο μέρος.