εἰς τετρημένον πίθον ἀντλεῖν → run water into a punctured pitcher, to the perforated jar bale water, labour in vain, labor in vain
ηεπιτραπέζιο σκεύος που περιέχει αλάτι, αλατερό, αλατιέρα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλάτι + θήκη.