ανδροκοίτης

From LSJ

Ὀίκοι μένειν δεῖ τὸν καλῶς εὐδαίμονα → The person who is well satisfied should stay at home.

Aeschylus, fr. 317

Greek Monolingual

ἀνδροκοίτης, ο (Μ)
ο συνουσιαζόμενος με άνδρα, ο αρσενοκοίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + -κοίτης < κοίτη «κλίνη»].