ανεκτέλεστος

From LSJ

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
1. εκείνος που δεν έχει εκτελεστεί, που παρέμεινε απραγματοποίητος
2. μη πραγματοποιήσιμος, ανέφικτος
3. αυτός που δεν θανατώθηκε.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εκτελώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1854 στον νομομαθή Π. Παπαρρηγόπουλο].