εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
-ουν
αυτός που έχει το χρώμα του καρβούνου, μαύρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άνθραξ + -χρους < χρώς. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Άστυ].