αργυρόβιος

From LSJ

νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness

Source

Greek Monolingual

ἀργυρόβιος, -ον (Μ)
ο αργυρότοξος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άργυρος + αρχ. βιος (ο) «το τόξο»].