αργυρόρρυτος
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
Greek Monolingual
ἀργυρόρρυτος, -ον (Α)
(για όχθη ποταμού) αυτός που βρίσκεται πλάι στο ασημένιο ρεύμα του ποταμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άργυρος + ρυτός < ρέω].