αριθμητήρας

From LSJ

οὐκ ἔστιν οὐδείς, οὐδ' ὁ Μυσῶν ἔσχατοςthere is nobody, not even the last of the Mysians | there is nobody, not even the meanest of mankind

Source

Greek Monolingual

και -ήρ, ο
συσκευή που χρησιμοποιείται για την εκτύπωση αριθμών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αριθμώ. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου
πρβλ. compteur (mecanique) numeroteur. Ο ελληνικός όρος αριθμητήρ μαρτυρείται από το 1897 στο Ελληνογαλλικό Λεξικό του Άγγελου Βλάχου].