αυτονομία
From LSJ
ἀναρχία γάρ ἐστιν ἡ πλεισταρχία → the rule of the widest sway of opinion is the same as no rule at all (Gregory Nazianzenus, De vita sua 1744)
ἀναρχία γάρ ἐστιν ἡ πλεισταρχία → the rule of the widest sway of opinion is the same as no rule at all (Gregory Nazianzenus, De vita sua 1744)
η (AM αὐτονομία) αυτόνομος
η κατάσταση κατά την οποία ένα άτομο, μια ομάδα, κοινότητα ή πολιτεία καθορίζει τους νόμους που τη διέπουν.