αυτοσυντήρητος

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που συντηρείται με τα δικά του μέσα, ο αυτάρκης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο- + συντηρώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1858 στον Φίλιππο Ιωάννου].