Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ → One swallow does not a summer make
(-άω)1. βγάζω συνεχώς αφρούς («αφροκοπά η θάλασσα»)2. αφρίζω από οργή, βγάζω κραυγές μανίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < αφρός + -κοπώ (πρβλ. γλεντοκοπώ, ιδροκοπώ, μεθοκοπώ)].