αἰγειρίτης
From LSJ
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
Greek (Liddell-Scott)
αἰγειρίτης: μύκης, ὁ «αἴγειρον ἀπόκοψον, καὶ κατὰ τῆς ἀποκοπῆς τοῦ στελέχους τοῦ ἑστῶτος ἐν τῇ γῇ ζύμην ὕδατι λύσας ἐπίχεε, καὶ εὐθέως ἔσονται οἱ μύκητες αἰγειρῖται» Γεωπ. ΧΙΙ. 41.
German (Pape)
[ῑ], μύκης, Pilz, auf der Schwarzpappel wachsend, Geop.